Η κατασκευή του κτηρίου ξεκίνησε επί Τουρκοκρατίας και διακόπηκε όταν οι Τούρκοι αποχώρησαν από τη Θράκη, κατά τους Βαλκανικούς πολέμους. Το εγκατέλειψαν σε κατάσταση καρά-γιαπί, χωρίς στέγη, με περιμετρικό μαντρότοιχο. Προοριζόταν για Ναυτική Σχολή ή Σχολή Αξιωματικών, κατ΄ άλλους για Γεωπονική Σχολή και κατ΄ άλλους για στρατιωτικό νοσοκομείο. Σύμφωνα με μια ανεπιβεβαίωτη πληροφορία, τα σχέδια του κτίσματος έκαναν για λογαριασμό των Τούρκων, Γερμανοί μηχανικοί.
Από το 1928, μετά από ενέργειες τοπικών παραγόντων εξασφαλίσθηκαν οι σχετικές πιστώσεις από το Ίδρυμα Ζαρίφη στην Φιλιππούπολη για την αποπεράτωση του κτηρίου προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως Διδασκαλείο. Τις εργασίες της ανακατασκευής και αποπεράτωσης επέβλεπε ο αρχιτέκτων του Υπουργείου παιδείας στη Γενική Διοίκηση Θράκης (Κομοτηνή) Κωνσταντινίδης, εργολάβος δε του έργου ήταν ο Αριστείδης Αλβανόπουλος. Κατά το σχολικό έτος 1930-1931 άρχισε να λειτουργεί ως Διδασκαλείο. Το 1934 ιδρύθηκε η Ζαρίφειος Παιδαγωγική Ακαδημία και εγκαταστάθηκε στο κτήριο αυτό. Τα δύο πρώτα χρόνια λειτουργίας της Παιδαγωγικής Ακαδημίας συστεγαζόταν και οι ανώτερες τάξεις του Διδασκαλείου, το οποίο, εν όψει της ίδρυσης των Παιδαγωγικών Ακαδημιών, δεν δεχόταν νέους μαθητές.
Προπολεμικά και τα πρώτα χρόνια μετά την κατοχή στο ισόγειο λειτουργούσε οικοτροφείο θηλέων και στον 1ο και 2ο όροφο ήταν οι αίθουσες της Ακαδημίας αλλά και του πρότυπου Δημοτικού Σχολείου, Στον αυλόγυρο και στη Ν.Α. γωνία υπήρχε ξύλινο κατασκεύασμα που χρησιμοποιείτο ως περιστερώνας, στη βάση του δε υπήρχαν δύο λίμνες η μικρή για χρυσόψαρα και η μεγάλη για πάπιες και χήνες. Στο πίσω δυτικό μέρος ο χώρος από πολύ παλιά λειτουργούσε ως χώρος γυμναστικής στη δε βόρεια πλευρά είχε κατασκευαστεί αίθουσα γυμναστικής. Μετά τη δημιουργία των Πανεπιστημιακών Σχολών Δημοτικής Εκπαίδευσης και Προσχολικής Αγωγής, που αντικατέστησαν τις παιδαγωγικές Ακαδημίες και την ανέγερση νέων εγκαταστάσεων στη Ν. Χιλή, στο κτήριο παρέμειναν μόνο τα δύο πρότυπα Δημοτικά Σχολεία.
Το κτήριο χαρακτηρίσθηκε ως έργο τέχνης και ιστορικό διατηρητέο μνημείο που χρειάζεται ειδική κρατική προστασία.
Κείμενο – Φωτογραφίες: Θεόδωρος Ορδουμποζάνης